Συμμορία Ροκαμβόλ: Μια ξενάγηση στην Αθήνα των Ελλήνων Μπόνι και Κλάιντ

Η διαβόητη στην εποχή της Συμμορία Ροκαμβόλ έδρασε στην Αθήνα στα τέλη της δεκαετίας του 1920 και προκάλεσε φόβο στους κατοίκους της πόλης και αναστάτωση στις διωκτικές αρχές. Η συμμορία αποτελούνταν από τα αδέλφια Ανδρέα και Κούλα Χριστοφιλέα καθώς και άλλα περιστασιακά μέλη. Ο τρόπος δράσης τους αλλά και η χρονική σύμπτωση με το διάσημο εγκληματικό ζευγάρι της Αμερικής, είχε σαν αποτέλεσμα να μείνουν γνωστοί στην εγκληματολογική ιστορία της χώρας μας ως οι Έλληνες “Μπόνι και Κλάιντ”.

Στο άρθρο αυτό συνδυάζουμε την εξιστόρηση των γεγονότων από τη δράση της συμμορίας με μια ταξιδιωτική ξενάγηση στα μέρη της πόλης όπου αυτή έλαβε χώρα. Στην αφήγηση μας ακολουθούμε την χρονική σειρά των γεγονότων αλλά στο τέλος του άρθρου θα βρείτε και μια πρόταση περιήγησης με βάση τις τοποθεσίες των γεγονότων. Παράλληλα μέσα από φωτογραφίες αρχείου προσπαθούμε να αναπαραστήσουμε την Αθήνα της εποχής εκείνης.

Τα αδέλφια Χριστοφιλέα και ο Θανάσης Ντούνης
ΤΑ ΑΔΕΛΦΙΑ ΧΡΙΣΤΟΦΙΛΕΑ

Ο Ανδρέας είχε γεννηθεί στη Μάνη το 1904 και η Κούλα το 1912 στην Αθήνα. Ο πατέρας τους Νίκος ήταν γνωστός κακοποιός της εποχής και διατηρούσε το κακόφημο κέντρο Δροσιά στα περίχωρα της Αθήνας. Μετά τον θάνατο της μητέρας τους, ο πατέρας εγκατέλειψε τα δύο αδέλφια και έτσι ο μεν Ανδρέας μεγάλωσε στο σπίτι μιας φίλης της οικογένειας, της Στέλλας Δημητρίου, η δε Κούλα έως την εφηβείας της έζησε ως οικότροφος σε διάφορα σπίτια καθώς και με την μεγαλύτερη αδελφή της. Ο Ανδρέας σπούδασε οδοντοτεχνίτης και για κάποιο διάστημα έζησε στα Τρίκαλα και τη Χαλκίδα. Η Κούλα έμαθε μοδιστρική και δούλευε σε διάφορα ραφεία της πόλης. Μετά το θάνατο της αδελφή της μετακόμισε σε ένα δωμάτιο στη Δροσιά οπού ζούσε μαζί με την ερωμένη του πατέρα της Παρασκευή Μασουρίδου.

Εξώφυλλο επανέκδοσης κύκλου μυθιστορημάτων Rocambole (1908-1910) & Ο Ναπολέων Γ’ της Γαλλίας απεικονιζόμενος ως Rocambole (1867)
Ο ΡΟΚΑΜΒΟΛ

Το 1926, ο Ανδρέας επιστρέφει στην Αθήνα στο σπίτι της Δημητρίου και επηρεασμένος από τους συγγραφείς αστυνομικών μυθιστορημάτων και τις αστυνομικές ταινίες, όπως κατέθεσε αργότερα στο δικαστήριο, αρχίζει την εγκληματική δράση του στέλνοντας με την υπογραφή “Ροκαμβόλ” εκβιαστικές επιστολές προς διαφόρους παραλήπτες, απαιτώντας από αυτούς χρήματα. Ο Ροκαμβόλ (Rocambole) ήταν ήρωας αστυνομικών μυθιστορημάτων περιπέτειας του Γάλλου συγγραφέα Pierre Alexis Ponson du Terrail, που ήταν ιδιαίτερα δημοφιλή το δεύτερο μισό του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα. Η σειρά παρουσιάζει τον Rocambole ως έναν εξαιρετικά επινοητικό έφηβο, ένα ορφανό που υιοθετήθηκε από τον πονηρό Maman Fipart προκειμένου να τον χρησιμοποιήσει στις έκνομες δραστηριότητες του. Για τον ίδιο λόγο ο Ανδρέας ντυνόταν επιτηδευμένα για την ηλικία του και φορούσε πάντα “κολλαρίνες” (λαιμοδέτες).

ΟΙ ΕΚΒΙΑΣΜΟΙ
Το ξενοδοχείο ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟ στην οδό Ζήνωνος (Αρχείο 20ου Αιώνα / Φωτογραφικό Αρχείο www.elia.org.gr)
Οδός Ζήνωνος

Οδός Ζήνωνος / Εκκλησία Αγίου Κωνσταντίνου: Το σπίτι της Στέλλας Δημητρίου που μεγάλωσε ο Ανδρέας βρισκόταν στο νούμερο 22 της οδού Ζήνωνος στο κέντρο της Αθήνας. Ήταν ένα μεγάλο σπίτι με πολλά δωμάτια τα οποία η Δημητρίου νοίκιαζε. Το 1926 ο Ανδρέας επέστρεψε στη Ζήνωνος και επέλεξε ως στόχο τρείς από του ενοίκους. Συγκεκριμένα απέστειλε επιστολή στον βουλευτή Παναγιώτη Φλώρο (το οποίο είχε ληστέψει και μέσα στο δωμάτιο του φορώντας μάσκα) και στους Παναγιώτη Σκαμπή ή Σκουμπουρδή και Παν. Σταυρόπουλο. Τον πρώτο, ο Χριστοφιλέας τον διέταζε να του στείλει 15 χιλιάδες δραχμές επί απειλή δολοφονίας. Τους άλλους δύο τους διέταζε αφ’ ενός μεν να του αποστείλουν χρήματα και αφ’ ετέρου να δώσουν ελεημοσύνη σε όλους τους επαίτες που συναντούν στο δρόμο και επίσης να δωρίσουν στη γειτονική εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου ένα μεγάλο ποσό για τους φτωχούς. Τέλος έστειλε επιστολή στο διευθυντή του 3ου Τμήματος Ασφαλείας που βρισκόταν στην οδό Μενάνδρου για αν τον ενημερώσει για τις προθέσεις του να βοηθήσει τους φτωχούς.

H εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου μετά την Μικρασιατική καταστροφή (1922 –
Τσακιράκης, Βασίλης & Αλέξανδρος
/ Φωτογραφικό Αρχείο www.elia.org.gr
)
Η εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου

Οι τρεις άνδρες παρέδωσαν τις επιστολές στην Αστυνομία αλλά παρά την προανάκριση δεν μπορέσε να εντοπίστει ο αποστολέας. Ο Ανδρέας μαθαίνοντας ότι πήγαν στις αρχές, κάθε βράδυ για εκφοβισμό τους πετούσε πέτρες στα παράθυρα. Ένα βράδυ αποφασίσε να τους εκδικηθεί και έβαλε φωτιά έξω από τα δωμάτια τους ενώ εκείνος προσποιήθηκε ότι κοιμάται. Κατά την κατάσβεση της φωτιάς έτρεξε να βοηθήσει τους πυροσβέστες αλλά κίνησε τις υποψίες της Αστυνομίας η οποία τελικά τον συνέλαβε. Αν και η Αστυνομία διαπιστώσε ότι ο γραφικός χαρακτήρας στις επιστολές ήταν ο δικός του, εκείνος αρνιόταν την ενοχή του και μόνο μετά από πολύωρη ανάκριση ομολόγησε. Τελικά φυλακίστηκε αλλά μετά από ένα μήνα ως ανήλικος καταφέρε να αποφυλακιστεί με εγγύηση.

ΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΔΡΟΣΙΑ
Το Κέντρο Δροσιά / Εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ (1929) & Εγκαταλελειμμένη αυλή με περιμετρικά δωματία των πρώτων δεκαετιών του 20ου αιώνα στην περιοχή των Ελληνορώσων

Συνοικισμός Ελληνορώσων: Μετά την αποφυλάκιση του ο Ανδρέας με την αδελφή του διέμεναν στο κέντρο Δροσιά το οποίο διατηρούσε ο πατέρας τους, στην περιοχή των Ελληνορώσων και συγκεκριμένα μεταξύ της πρώην Σχολή Χωροφυλακής και του Νοσοκομείου Σωτηρία. Στη πραγματικότητα επρόκειτο για ένα καπηλειό όπου σύχναζαν σύμφωνα με τις εφημερίδες της εποχής “κακοποιά στοιχεία και γυναίκες της κατώτατης υποστάθμης”. Εκτός από το καπηλειό υπήρχαν και διάφορα περιμετρικά δωμάτια που φιλοξενούσαν εκδιδόμενες γυναίκες. Ο δε Νίκος Χριστοφιλέας θεωρείτο από την Αστυνομία ως αρχηγός των παρανόμων του γύρω περιοχής (Γουδί και Γκύζη). Η Δροσιά έτσι αποτέλεσε το ορμητήριο της συμμορίας κατά τη διάρκεια της εγκληματικής δράσης τους.

Την εποχή των αδελφών Χριστοφιλέα η περιοχή Ελληνορώσων ήταν αραιοκατοικημένη και έξω από τα όρια του κυρίως αστικού ιστού της πόλης. Τα περισσότερα κτίσματα ήταν φτωχικές κατασκευές ενώ υπήρχαν αρκετοί στάβλοι και βουστάσια. Σήμερα λίγα είναι τα κτίρια της περιοχής που διασώζονται από την περίοδο εκείνη αλλά κάποια από τα λίγα διασωθέντα μας δίνουν μια εικόνα της περιοχής στα τέλη της δεκαετίας του 1920 όποτε και εγκαθίστανται οι πρώτοι Έλληνες πρόσφυγες από την Ρωσία.

Προσφυγικά σπίτια στην περιοχή Ελληνορώσων

Από τη Δροσιά ο Ανδρέας κατέστρωσε το σχέδιο του μαζί με τον οικογενειακό φίλο Θανάση Ντούνη, την ερωμένη του δεύτερου Άννα και την αδελφή του. Σύμφωνα με το σχέδιο η Άννα, η Κουλά αλλά και η Μασουρίδου θα εμφανίζονταν ως υπηρέτριες με ψεύτικα ονόματα σε διάφορα σπίτια με σκοπό να τα κλέψουν. Όμως το σχέδιο αυτό δεν ικανοποιούσε τον Ανδρέα, ο οποίος έθεσε ως στόχο να κλέψει ένα αυτοκίνητο και με αυτό να απαγάγει τον Γιαννέτσο, ένα πλούσιο επιχειρηματία με βουστάσια στην περιοχή των Αμπελοκήπων, προκειμένου να ζητήσει λύτρα από τη γυναίκα του.

Η ΑΠΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΟΔΗΓΟΥ
Οδός Σταδίου (1926 – Public Domain photo / Courtesy of Martin Baldwin-Edwards)
Οδός Σταδίου

Οδός Σταδίου / Κινηματογράφος Αττικόν: Βάζοντας λοιπόν σε εφαρμογή το σχέδιο του, το βράδυ της 2ας Νοεμβρίου του 1928 o Χριστοφιλέας με δύο φίλους του επιβιβάστηκαν στο ταξί του Σωτήρη Μπουρνιλάκη έξω από τον Κινηματογράφο Αττικόν στην οδό Σταδίου, η οποία όπως και σήμερα αποτελούσε πολυσύχναστο δρόμο της πόλης, και του ζήτησαν να τους μεταφέρει στα Σπάτα. Φτάνοντας λίγο έξω από το χωριό με την απειλή όπλων τον διέταξαν να αποβιβασθεί και να αφήσει το αυτοκίνητο. Παρά την αντίσταση του Μπουρνιλάκη, του αφαίρεσαν το σακάκι που είχε μέσα 15 δραχμές και πήραν το αυτοκίνητο υποσχόμενοι ότι θα το αφήσουν άθικτο σε συγκεκριμένο σημείο της Λεωφόρου Μεσογείων προκειμένου να το βρει την επόμενη ημέρα. Ο Μπουρνιλάκης απομακρύνθηκε έχοντας στην τσέπη του 150 δραχμές που δεν του έκλεψαν και την επόμενη ημέρα βρήκε το αυτοκίνητο στο σημείο που του είχαν υποδείξει.

Η οδός Σταδίου υπήρχε κατά την αρχαιότητα. Ο σύγχρονος δρόμος ξαναχτίστηκε για πρώτη φορά στις αρχές έως τα μέσα του 19ου αιώνα. Τραμ και τρόλεϊ προστέθηκαν τον 20ο αιώνα και χτίστηκαν διώροφα και τριώροφα νεοκλασικά κτίρια. Τις επόμενες δεκαετίες, πολλά κτίρια κατεδαφίστηκαν και άλλα με οκτώ και δέκα ορόφους τα αντικατέστησαν, αλλά αρκετά νεοκλασικά κτίρια έχουν σωθεί έως σήμερα.

Ο κατεστραμμένος σήμερα Κινηματογράφος Αττικόν
Η ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΤΟΥ ΤΣΑΓΚΑ
Η συμβολή των οδών Ακαδημία και Ιπποκράτους (Φωτογραφία από www.lesxi.uoa.gr)
Η πιάτσα ταξί πίσω από την Εθνική Βιβλιοθήκη στη συμβολή των οδών Ακαδημίας και Ιπποκράτους

Συμβολή των οδών Ακαδημίας και Ιπποκράτους: Το βράδυ της 11ης Ιουλίου 1929, ο Ανδρέας, η Κούλα (φορώντας ένα κόκκινο καπέλο) και ο Φώτης Αναγνωστόπουλος, ο οποίος ήταν εραστής της δεύτερης, επιβιβάστηκαν στο ταξί του εικοσιτριάχρονου Σταμάτη Τσάγκα για να τους μεταφέρει σε παραλιακό κέντρο στην περιοχή της Βούλας. Στο αυτοκίνητο επιβιβάστηκαν στην πιάτσα ταξί που υπάρχει ακόμη και σήμερα στη συμβολή των οδών Ακαδημίας και Ιπποκράτους, πίσω από το κτίριο της Εθνικής Βιβλιοθήκης.

Η αναπαράσταση της δολοφονίας Τσάγκα στην παραλία του Καβουριού / Εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ (1929)
Η παραλία του Καβουριού κοντά στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου

Παραλία Καβουριού / Εκκλησία Αγίου Νικολάου: Τα μέλη της συμμορίας ζήτησαν από το Τσάγκα να τους πάει στο παραλιακό κέντρο Παναγία και να τους περιμένει να φάνε. Όταν τελείωσαν συνέχισαν με το ταξί προς στη Βουλιαγμένη. Στη διαδρομή και καθώς κινούνταν στο χωματόδρομο παράλληλα με την θάλασσα στην παραλία του Καβουριού, ο Ανδρέας διέταξε τον οδηγό να αφήσει το αυτοκίνητο και να απομακρυνθεί. Ο Τσάγκας όμως αντέδρασε και έβγαλε ένα μικρό περίστροφο που είχε κρυμμένο, αλλά ο Ανδρέας τον πρόλαβε και πυροβολώντας πρώτος τον σκότωσε. Στη συνέχεια αφού πήραν το όπλο του Τσάγκα και 17.000 δραχμές που είχε πάνω του, άφησαν πρόχειρα το πτώμα του στην βαλτώδη παραλία κοντά στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου. Η παραλία σήμερα σε τίποτα δεν θυμίζει την ερημική τοποθεσία του 1929 καθώς αποτελεί ένα από τα κοσμικότερα σημεία στην παραλιακή ζώνη της σύγχρονης πόλης με ξενοδοχεία και εστιατόρια. Η μέλη της συμμορία στη συνέχεια έφυγαν από την περιοχή με το αυτοκίνητο και αφού έκαναν διάφορες βόλτες στα περίχωρα της πόλης, τελικά κατευθύνθηκαν προς το Χαρβάτι (σημερινή Παλλήνη), αλλά αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το αυτοκίνητο στην άκρη του δρόμου γιατί έμειναν από βενζίνη. Μάλιστα κάνοντας ωτοστόπ σε ένα διερχόμενο αυτοκίνητο μπόρεσαν να γυρίσουν μέχρι την Αγία Παρασκευή και από εκεί με τα πόδια στο κέντρο Δροσιά.

Μετά την υπόθεση Μπουρνιλάκη και τη δολοφονία Τσάγκα η συμμορία άρχισε να απασχολεί τις εφημερίδες της εποχής, ενώ η αστυνομία είχε ξεκινήσει εκτεταμένη έρευνα για τη σύλληψή τους κάνοντας δεκάδες προσαγωγές υπόπτων. Στα δημοσιεύματα των εφημερίδων τον πρωταγωνιστικό ρόλο έχει η Κούλα, η οποία περιγραφόταν ως “η νέα γυναίκα με κόκκινο καπέλο που σκοτώνει” ενώ ο Ανδρέας ως “ο νέος με τις κολλαρίνες”.

Η ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΝΙΚΗΤΑΡΑ
Οδός Πανεπιστημίου (1930 – Public Domain photo / Courtesy of Martin Baldwin-Edwards)
Οδός Πανεπισημίου (Φωτογραφία από Lapost from Wikimedia Commons)

Οδός Πανεπιστημίου: Τρείς μήνες αργότερα η συμμορία θα κάνει την τελευταία της απόπειρα για να κλέψει αυτοκίνητο. Συγκεκριμένα το απόγευμα της 20ης Οκτωβρίου, ο Ανδρέας, η Κούλα και ο Ντούνης επιβιβάστηκαν στο ταξί του Κωνσταντίνου Νικηταρά από πιάτσα ταξί επί της οδού Πανεπιστημίου, η οποία τότε όπως και τώρα αποτελούσε το ένα από του βασικότερους οδικούς άξονες της πόλης. Στον Νικηταρά είπαν να τους πάει στην περιοχή του Αγίου Ανδρέα και πλησιάζοντας στον προορισμό τους ο Ντούνης χτύπησε με ένα λοστό τον οδηγό στο κεφάλι. Εκείνος έχασε τις αισθήσεις του με αποτέλεσμα το αυτοκίνητο να φύγει από την πορεία του και χτυπήσει σ’ ένα δέντρο. Από το τράνταγμα ο Νικηταράς συνήλθε και είδε την Κούλα να τον σημαδεύει με όπλο. Η Κούλα πάτησε πολλές φορές τη σκανδάλη αλλά το όπλο δεν εκπυρσοκρότησε και έτσι ο Νικηταράς βρήκε την ευκαιρία να το σκάσει. Φτάνοντας στον Άγιο Ανδρέα αιμόφυρτος ζήτησε βοήθεια και επέστρεψε στο αυτοκίνητο με άλλα δυο άτομα, αλλά τα μέλη της συμμορίας είχαν εξαφανιστεί από το σημείο.

Η ΛΗΣΤΕΙΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΠΡΟΞΕΝΟΥ
Οδός Πατησίων (1920 – Public Domain photo / Courtesy of Martin Baldwin-Edwards)
Οδός Πατησιών στο ύψος της Πλατείας Αμερικής

Οδός Λευκωσίας / Οδός Πατησίων: Το ίδιο χρονικό διάστημα με τις απαγωγές των οδηγών, ο Ανδρέας με την Κούλα παρουσιάστηκαν στο σπίτι του γενικού πρόξενου Στεφανάκου, που βρισκόταν στην περιοχή της Πλατεία Αμερικής και συγκεκριμένα στη συμβολή της οδού Λευκωσίας με την οδό Κύπρου. Ο πρόξενος είχε βάλει αγγελία για υπηρέτρια και ο Ανδρέας εκμεταλλευόμενος την ευκαιρία παρουσιάστηκε ως μηχανικός και η Κούλα ως ξαδέλφη του και υποψήφια υπηρέτρια χρησιμοποιώντας το όνομα Ελένη Κιουρέλη. Η Κούλα κέρδισε την εμπιστοσύνη της οικογένειας και έτσι το βράδυ της Τρίτης προς την Τετάρτη 29 Οκτωβρίου 1929 βρήκε την ευκαιρία να ληστέψει τιμαλφή αξίας 80.000 δραχμών καθώς και δύο φορέματα της κόρης του Στεφανάκου. Το ίδιο βράδυ έφυγε από το σπίτι χωρίς όμως να ειδοποιήσει τον αδελφό της για την κλοπή. To επόμενο πρωί ο Ανδρέας ανυποψίαστος πήγε στο σπίτι του πρόξενου για να συναντήσει τη Κούλα. Ο γιος του Στεφανάκου μόλις τον είδε προσπάθησε να τον συλλάβει αλλά εκείνος έβγαλε όπλο και πυροβόλησε έξι φορές εναντίον του χωρίς να τον πετύχει. Με τον τρόπο αυτό όμως κατάφερε να διαφύγει και να φτάσει τρέχοντας μέχρι την οδό Πατησίων στην οποία κρύφτηκε ανάμεσα στους περαστικούς.

Η συμβολή των oδών Λευκωσίας και Κύπρου

Η σημερινή περιοχή της Πλατεία Αμερικής (παλαιότερα γνωστή ως Πλατεία Αγάμων) σε τίποτα δεν θυμίζει το ένδοξο αστικό παρελθόν της. Στην δεκαετία του 1920 και 1930 είχε κυρίως μονοκατοικίες αστικών ευκατάστατων οικογενειών και η ανάπτυξη της συνεχίστηκε τις δεκαετίες 1950 και 1960, όταν στη περιοχή πέριξ της πλατείας κατασκευάστηκαν αξιόλογες πολυκατοικίες μεγάλης προβολής και υψηλής ποιότητας. Υπήρξε μια από τις αριστοκρατικότερες συνοικίες των Αθηνών. Σήμερα ελάχιστες είναι οι μονοκατοικίες του πρώτου μισού του 20ου αιώνα που διατηρούνται αλλά μπορούν να μας δώσουν μια εικόνα του αριστοκρατικού παρελθόντος της συνοικίας.

Μονοκατοικία του πρώτου μισού του 20ου αιώνα κοντά στη συμβολη των οδών Λευκωσίας και Κύπρου
ΟΙ ΣΥΛΛΗΨΕΙΣ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΙΑΣ
Οδός Αιόλου
Οδός Αιόλου

Οδός Αιόλου / Πολυκατάστημα Notos Galleries: Η σύλληψη της συμμορίας ήρθε παρόλα αυτά τυχαία. Τα ξημερώματα της 23ης Οκτωβρίου 1929 η συγκάτοικος των αδελφών Χριστοφιλέα στη Δροσιά, Μασουρίδου, άκουσε την Κούλα στον ύπνο της να παραμιλάει και όταν ξύπνησε την ρώτησε τι συμβαίνει. Η Κούλα της αποκάλυψε το φόνο του Τσάγκα και ότι εκείνη ήταν η κοπέλα με το κόκκινο καπέλο για την οποία έγραφαν οι εφημερίδες. Η Μασουρίδου φοβήθηκε ότι ξέροντας την αλήθεια κινδύνευε η ζωή της και πήγε στην Αστυνομία να τους καταγγείλει. Η Αστυνομία κινήθηκε αμέσως για τη σύλληψή τους, αλλά η Κούλα και ο Ανδρέας είχαν προλάβει να διαφύγουν. Τελικά η Αστυνομία μετά από εκτεταμένη έρευνα και πληροφορίες που είχε, εντόπισε και συνέλαβε την Κούλα στο ξενοδοχείο Ακρόπολις στην οδό Αιόλου. Το ξενοδοχείο που βρισκόταν στη συμβολή της Αιόλου με την οδό Λυκούργου, αποτελούσε κεντρικότατο ξενοδοχείο της Αθήνας έως το 1936, οπότε και αγοράσθηκε από την εταιρία Αφοί Λαμπρόπουλοι προκειμένου να κατασκευαστεί στην ίδια θέση το εμβληματικό ομώνυμο πολυκατάστημα το οποίο μετέπειτα μετονομάστηκε σε Notos Galleries.

Το πολυκατάστημα Notos Galleries στην οδό Αιόλου
Το Άλσος Χωροφυλακής

Άλσος Χωροφυλακής: Η Κούλα μετά στη σύλληψή της ομολόγησε τη συμμετοχή της στη δολοφονία Τσάγκα και στην απόπειρα κατά του Νικηταρά και κατονόμασε τον αδελφό της και τον Ντούνη ως συνεργούς. Η Αστυνομία έκανε έφοδο στη Δροσιά και εντόπισε εκεί το Ντούνη, ο οποίος αρχικώς ξέφυγε αλλά οι αστυνομικοί τον συνέλαβαν μετά από καταδίωξη στο Άλσος Χωροφυλακής. Το άλσος υπάρχει ακόμη και σήμερα όπως και το διπλανό διατηρητέο κτίριο της Σχολής Χωροφυλακής και αποτελεί ένα ενδιαφέροντα χώρο περιπάτου κοντά στο κέντρο της πόλης.

Το νούμερο 22 της οδού Ζήνωνος όπου δεν υπάρχει πλέον το παλιό οίκημα

Η σύλληψη του Χριστοφιλέα ήταν πιο επεισοδιακή. Ο Ανδρέας κατέφυγε στο σπίτι της οδού Ζήνωνος 22 και είχε σκοπό να βάψει τα μαλλιά του και να διαφύγει στην επαρχία κρυμμένος μέσα σε μπαούλο που θα μετέφερε φορτηγό. Η Αστυνομία από πληροφορίες που είχε πήγε στο σπίτι και εκείνος όταν κατάλαβε ότι οι αστυνομικοί έχουν μπει στο κτίριο κρεμάστηκε από το παράθυρο για να μην τον δουν χωρίς όμως επιτυχία.

ΟΙ ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΙΣ

Μετά τη σύλληψή τους, η αποκάλυψη των πτυχών της δράσης της Συμμορίας Ροκαμβόλ (ή “Συμμορίας με τα 25 πιστόλια” όπως αποκαλείται σε κάποια δημοσιεύματα) μονοπώλησε τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων και προκάλεσε αναστάτωση στην αθηναϊκή κοινή γνώμη που δεν είχε έρθει αντιμέτωπη με άλλη αντίστοιχη περίπτωση. Μάλιστα οι πληροφορίες σχετικά τον παράνομο πατέρα τους, που συνοδεύτηκαν από φήμες ότι τα αδέλφια είχαν κακοποιηθεί από εκείνον σεξουαλικά στο παρελθόν, έφερε την κοινή γνώμη της εποχής αντιμέτωπη με θέματα που δεν έβρισκαν εύκολα το φως της δημοσιότητας την εποχή εκείνη. Επίσης σε πολλά δημοσιεύματα τα δύο αδέλφια παρουσιάζονται ως εραστές και η Κούλα ως “Λουκριτία Βοργία”.

Αναπαραστάση των εγλημάτων της συμμορίας σε δημοσιέυμα της εφημερίδας ΕΜΠΡΟΣ (1929)

Ταυτόχρονα τα δύο αδέλφια μέσα από τις πολλές συνεντεύξεις που έδωσαν στις εφημερίδες της εποχής φαίνεται πως απολάμβαναν τη φήμη τους και το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης για αυτούς. Ο Ανδρέας μάλιστα αποκάλυψε στις εφημερίδες το μεγαλεπήβολο σχέδιο του να απαγάγει τον Διονύση Λοβέρδο, διοικητή της Λαϊκής Τράπεζας, αλλά μάλλον πρόκειται για ιστορία που επινόησε μετά τη σύλληψή του.Τέλος κατά την προανάκριση ο Ανδρέας επικαλέστηκε ως ηθικό αυτουργό των πράξεών του τον Ροκαμβόλ και ανέφερε: “ο ήρως αυτός […] δε ήτο στην παδική μου η αντίληψι και τη συνείδηση εγκληματίας. Ήταν ένας ήρως, ένας υπεράνθρωπος το οποίον ήθελα να μιμηθώ”.

Το κτίριο της Λαϊκής Τραπέζης στην οδό Πανεπιστημίου
Η ΚΑΤΑΔΙΚΗ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΙΑΣ

Με τη δίκη πού έγινε τον Μάιο του 1931 τα αδέλφια και ο Ντούνης καταδικάστηκαν σε δύο φορές ισόβια, ενώ ο Αναγνωστόπουλος δεν συνελήφθη και δεν καταδικάστηκε ποτέ. Τα αδέλφια κατάφεραν να γλυτώσουν τη θανατική ποινή κατηγορώντας ως δολοφόνο του Τσάγκα τον Αναγνωστόπουλο. Σύμφωνα με δημοσιεύματα εφημερίδων η Κούλα αποφυλακίστηκε τον Αύγουστο του 1941 από τις Φυλακές Αβέρωφ, ενώ για την τύχη του Ανδρέα δεν υπάρχουν σαφείς πληροφορίες, αν και φέρεται να δραπέτευσε από τις φυλακές Χανίων κατά τη διάρκεια της Μάχης της Κρήτης.

Η περίπτωση των αδελφών Χριστοφιλέα είχε έντονο αντίκτυπο στη κοινωνία της εποχής. Από τη μια μεριά έδωσε επιχειρήματα σε εκείνους που πίστευα ότι η λαϊκή λογοτεχνία και ο κινηματογράφος δίνουν στους νέους λάθος πρότυπα και τους διαφθείρουν. Από την άλλη, η εικόνα της μοιραίας Κούλας ενέπνευσε τους ρεμπέτες της εποχής με αποτέλεσμα να γραφτούν τουλάχιστον δύο τραγούδια για την ιστορία της (μάλιστα το δεύτερο που κυκλοφόρησε το 1933, το τραγούδησε η διάσημη ερμηνεύτρια της εποχής Ρόζα Εσκενάζυ). Τέλος για πολλά χρόνια λόγω κυρίως της χρονικής σύμπτωσης της δράσης του, τα αδέλφια Χριστοφιλέα χαρακτηρίζονταν ως οι Έλληνες Μπόνι Πάρκερ και Κλάιντ Μπάροου.

Αυτή ήταν η ιστορία της διαβόητης Συμμορίας Ροκαμβόλ, που αν και σήμερα, σχεδόν εκατό χρόνια μετά έχει ξεχαστεί, στην εποχή της αποτέλεσε κορυφαίο γεγονός και αντικείμενο μελέτης.

Η περιοχή στη συμβολή της Λεωφόρου Μεσογείων με την Λεωφόρο Κατεχάκη δε μοιάζει σήμερα σε τίποτα με την περιοχή εκτός νόμου που έζησε η οικογένεια Χριστοφιλέα, αλλά διαβάζοντας αυτό το άρθρο ίσως την επόμενη φορά που περάσετε από το σημείο να θυμηθείτε τη μοναδική ιστορία τους και να αναζητήσετε και εσείς τα ίχνη τους κάνοντας ένα ταξίδι στο παρελθόν της πόλης.


Πηγές:

*[Στην κορυφή: Photo from Library of Congress, Public domain, via Wikimedia Commons]


Οργανώσε το επόμενο ταξίδι στο Travel Shop μας